Τι είναι ένα τσιτάχ;
Το κείμενο “Is It a Cheetah?” έχει γραφτεί από τη Stephanie S. Tolan το 1996 και αποτελεί ένα δοκίμιο για τη χαρισματικότητα. Μέσα από μια αναλογία με τα τσιτάχ, παρουσιάζονται ορισμένες από τις ανάγκες των χαρισματικών παιδιών μέσα στο σχολικό πλαίσιο. Για εμένα όμως, αυτό το κείμενο συνοψίζει με εξαιρετικό τρόπο την ουσία της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης συνολικά: όλα τα παιδιά έχουν ανάγκες είτε κοινές είτε ιδιαίτερες. Έχουν, ωστόσο, και το θεμελιώδες δικαίωμα να ικανοποιούνται οι ανάγκες τους αυτές. Το κείμενο μεταφράστηκε στα ελληνικά μετά από άδεια της συγγραφέως.
“Τι είναι ένα τσιτάχ;”
Δεν είναι εύκολη εποχή για να μεγαλώσεις, να διδάξεις ή ακόμη και να είσαι ένα παιδί με υψηλή χαρισματικότητα. Καθώς ο όρος “χαρισματικός” και η ασυνήθιστη διανοητική ικανότητα στην οποία αναφέρεται θεωρούνται όλο και περισσότερο πολιτικώς μη ορθά, το εκπαιδευτικό σύστημα έχει σταδιακά μεταβάλει την ορολογία και την εστίασή του.
Η χαρισματικότητα, μία γενικότερη ενοποιητική νοητική ικανότητα, συχνά αγνοείται ή παραγκωνίζεται, καθώς αντικαθίσταται από κατακερματισμένα “ταλέντα”, τα οποία αφενός φαίνονται λιγότερο απειλητικά κι αφετέρου μοιάζουν ευκολότερα διαχειρίσιμα από τα σχολεία – τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, το «διανοητικό ταλέντο», αντί να αναγνωρίζεται ως αναπτυξιακή πραγματικότητα που επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής ενός παιδιού, ταυτίζεται απλώς με την ακαδημαϊκή επιτυχία.
Το παιδί που τα καταφέρνει στο σχολείο, παίρνει καλούς βαθμούς, κερδίζει βραβεία και έχει δεξιότητες που ξεπερνούν τον μέσο όρο της ηλικίας του, χαρακτηρίζεται ως ταλαντούχο. Το παιδί που δεν επιδεικνύει αντίστοιχες επιτυχίες, ανεξαρτήτως των έμφυτων διανοητικών ικανοτήτων του ή του αναπτυξιακού του επιπέδου, έχει σημαντικά μικρότερη πιθανότητα να επισημανθεί ως χαρισματικό και, ως εκ τούτου, να υποστηριχθεί με κατάλληλο τρόπο.
Ίσως, εάν αναλογιστούμε τα τσιτάχ, να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τα προβλήματα που προκύπτουν, όταν η αντίληψή μας είναι προσανατολισμένη μόνο στα επιτεύγματα. Το τσιτάχ είναι το ταχύτερο ζώο στον πλανήτη. Όταν σκεφτόμαστε ένα τσιτάχ, συχνά σκεφτόμαστε πρώτα την ταχύτητά του. Είναι σαν κεραυνός. Είναι εντυπωσιακό. Είναι μοναδικό. Συνεπώς, η αναγνώρισή του είναι απίστευτα εύκολη. Δεδομένου ότι τα τσιτάχ είναι τα μόνα ζώα που μπορούν να τρέξουν με ταχύτητα 113 km/h, εάν χρονομετρήσουμε ένα ζώο να τρέχει με ταχύτητα 113 km/h, τότε ΣΙΓΟΥΡΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΤΣΙΤΑΧ.
Αλλά τα τσιτάχ δεν τρέχουν διαρκώς. Στην πραγματικότητα, είναι σε θέση να διατηρούν την ανώτατη ταχύτητα μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα και, μετά από αυτό, χρειάζονται μια σημαντική περίοδο ανάπαυσης.
Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε ένα τσιτάχ όταν δεν τρέχει, εφόσον ασφαλώς ξέρουμε τα άλλα γνωρίσματά του. Είναι χρυσαφί με μαύρες κηλίδες, σαν λεοπάρδαλη, αλλά έχει, επιπλέον, και χαρακτηριστικά μοναδικά μαύρα σημάδια που μοιάζουν με “δάκρυα” κάτω από τα μάτια του. Το κεφάλι του είναι μικρό, το σώμα του αδύνατο και τα πόδια του ασυνήθιστα μακριά. έχει, δηλαδή, όλα τα ανατομικά χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητα για έναν δρομέα. Επίσης, το τσιτάχ είναι το μόνο αιλουροειδές που έχει μη αναδιπλούμενα νύχια. Τα υπόλοιπα αιλουροειδή μαζεύουν τα νύχια τους για να τα διατηρήσουν αιχμηρά, όπως τα πολύ κοφτερά μαχαίρια που φυλάσσονται σε μια θήκη. Τα νύχια του τσιτάχ, όμως, δεν χρησιμοποιούνται για τεμαχισμό αλλά για πρόσφυση. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ζώο βιολογικά σχεδιασμένο για να τρέχει.
Το βασικό του φαγητό είναι η αντιλόπη, ένας εξίσου εκπληκτικός δρομέας. Η αντιλόπη δεν είναι μεγάλη ή βαριά, οπότε το τσιτάχ δεν χρειάζεται δύναμη και όγκο για να την υπερνικήσει. Χρειάζεται μόνο ταχύτητα. Στις ανοιχτές πεδιάδες του φυσικού βιοτόπου του, το τσιτάχ μπορεί να παγιδεύσει μια αντιλόπη απλώς κυνηγώντας τη μέχρι να την καταβάλει.
Ενώ ο ανατομικός του σχεδιασμός έχει εξελιχθεί έτσι ώστε να είναι λειτουργικός, προκαλεί επίσης μια ισχυρή εσωτερική παρόρμηση. Το τσιτάχ έχει ανάγκη να τρέξει!
Ασφαλώς, ο ανατομικός σχεδιασμός και η ανάγκη του δεν είναι αρκετά. Υπάρχουν ορισμένες απαραίτητες προϋποθέσεις για την επίτευξη της περίφημης ανώτατης ταχύτητας των 113 km/h: το τσιτάχ πρέπει να έχει αναπτυχθεί πλήρως. πρέπει να είναι υγιές, σε φόρμα και ξεκούραστο. πρέπει να έχει αρκετό χώρο για να τρέξει. Πέραν όμως αυτών, το τσιτάχ κινητοποιείται για να τρέξει όσο πιο γρήγορα μπορεί όταν είναι πεινασμένο και, ταυτόχρονα, υπάρχουν αντιλόπες που μπορεί να κυνηγήσει.
Εάν ένα τσιτάχ είναι περιορισμένο σε ένα κλουβί 3*4 μέτρα, μολονότι μπορεί να βηματίζει (ή ακόμη και να ορμήσει με φόρα πάνω στα κάγκελα εξαιτίας της απόγνωσης που προκαλεί η αδυναμία του να εκτονωθεί), δεν θα τρέξει με 113 km/h.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΑΚΟΜΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΤΣΙΤΑΧ;
Εάν η διαθέσιμη λεία αποτελείται μόνο από λαγούς, που τρέχουν με 32 km/h, το τσιτάχ δεν θα τρέξει με 113 km/h κατά τη διάρκεια του κυνηγιού. Εάν έτρεχε με αυτή την ταχύτητα, τότε θα προσπερνούσε τη θήραμά του και θα παρέμενε νηστικό! Φυσικά, μπορεί να τρέξει κι από μόνο του για άσκηση, αναψυχή ή εκπλήρωση της εσωτερικής του παρόρμησης. Αλλά την ώρα του κυνηγιού, όταν του παρέχονται μόνο λαγοί, το τσιτάχ θα τρέξει μόνο όσο γρήγορα χρειάζεται για να πιάσει έναν λαγό.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΑΚΟΜΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΤΣΙΤΑΧ;
Εάν ταΐζαμε το τσιτάχ μόνο με ξηρά τροφή, ίσως να μην έτρεχε καθόλου.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΑΚΟΜΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΤΣΙΤΑΧ;
Εάν ένα τσιτάχ είναι άρρωστο ή εάν τα πόδια του έχουν σπάσει, δεν θα μπορέσει καν να περπατήσει.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΑΚΟΜΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΤΣΙΤΑΧ;
Και, τέλος, εάν το τσιτάχ είναι μόλις έξι εβδομάδων, δεν μπορεί ακόμη να τρέξει με ταχύτητα 113 km/h.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΤΟΤΕ, ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, ΓΙΑ ΕΝΑ *ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ * ΤΣΙΤΑΧ;
Ένα εκπαιδευτικό σύστημα που ορίζει τη χαρισματικότητα (ή το ταλέντο) μόνο ως προς τη συμπεριφορά, τα επιτεύγματα και την επίδοση έχει τόσο περιορισμένη ικανότητα να αναγνωρίσει τους μαθητές υψηλής χαρισματικότητας και να τους παράσχει αυτά που έχουν ανάγκη όσο ένας ζωολογικός κήπος να αναγνωρίσει και να φροντίσει κατάλληλα ένα τσιτάχ, εάν εξετάζει μόνο την ταχύτητα. Όταν ένα τσιτάχ τρέχει με ταχύτητα 113 km/h, δεν πρόκειται για ένα τσιτάχ που κάνει «κάτι ιδιαίτερο». Αν και καταφέρνει κάτι που δεν μπορεί να καταφέρει κανένα άλλο αιλουροειδές, πρόκειται απλώς για μία τυπική συμπεριφορά ενός τσιτάχ.
Για τα λιοντάρια, τις τίγρεις και τις λεοπαρδάλεις (δηλαδή για οποιοδήποτε από τα υπόλοιπα μεγάλα αιλουροειδή) τα βιολογικά χαρακτηριστικά του τσιτάχ μοιάζουν με δυσμορφίες. Δεδομένου ότι είναι πολύ μακριά από την εικόνα του «τέλειου αιλουροειδούς», το τσιτάχ θα μπορούσε με δυσκολία ακόμη και να χαρακτηριστεί ως αιλουροειδές. Πράγματι, δεν είναι αρκετά βαρύ για να ρίξει ένα γκνου, ενώ τα μη αναδιπλούμενα νύχια του δεν μπορούν να παραμείνουν αρκετά αιχμηρά, ώστε να τρυπήσουν το παχύ του δέρμα. Επιπλέον, δεδομένης της ανάγκης των τσιτάχ να κινούνται, τα υπόλοιπα αιλουροειδή, που αφιερώνουν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους στο να κοιμούνται στον ήλιο, θα μπορούσαν με σχετική ευκολία να τα χαρακτηρίσουν ως υπερκινητικά.
Όπως και τα τσιτάχ, τα παιδιά με υψηλή χαρισματικότητα είναι εύκολο να αναγνωριστούν. Αν ένα παιδί μαθαίνει μόνο του ελληνικά (ΣτΜ: το πρωτότυπο είναι γραμμένο στα αγγλικά) στην ηλικία των 5 ετών, διαβάζει στα 6 έτη σαν παιδί της Β’ Γυμνασίου ή κάνει άλγεβρα στη Β’ Δημοτικού, μπορούμε με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι πρόκειται για ένα παιδί υψηλής χαρισματικότητας. Μολονότι ο κόσμος ενδέχεται να αντιμετωπίζει αυτές τις δραστηριότητες ως «επιτεύγματα», δεν πρόκειται για ένα παιδί «που τα καταφέρνει», αλλά μάλλον για ένα παιδί που λειτουργεί αναμενόμενα, σύμφωνα με τον δικό του βιολογικό σχεδιασμό, δηλαδή την έμφυτη νοητική του ικανότητα. Σαφέστατα, σε ένα τέτοιο παιδί έχουν δοθεί χώρος για να “τρέξει” και κάτι σημαντικό για να κυνηγήσει. Είναι υγιές και σε φόρμα και δεν είχε κάποια σωματική μειονεξία. Η αναγνώριση αυτού του παιδιού δεν απαιτεί ιδιαίτερη γνώση σχετικά με τα χαρακτηριστικά των παιδιών υψηλής χαρισματικότητας.
Ωστόσο, τα σχολεία είναι για τα εξαιρετικά έξυπνα παιδιά αυτό που είναι οι ζωολογικοί κήποι για τα τσιτάχ. Πολλά σχολεία παρέχουν ένα κλουβί 3*4 μέτρων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αρκετός χώρος για έναν ξεχωριστό νου ώστε να φτάσει στη μέγιστη δυνατή ταχύτητα. Πολλά χαρισματικά παιδιά κάθονται στην τάξη με τον τρόπο που τα μεγάλα αιλουροειδή κάθονται στα κλουβιά τους: σιωπηλά και με βαριεστημένο βλέμμα. Μερικά εξ αυτών, ανίκανα να αντισταθούν στην εσωτερική τους παρόρμηση, ακόμα κι αν δεν μπορούν να την εξασκήσουν, βηματίζουν δίπλα στην περίφραξη, γρυλίζουν, επιτίθενται στους φύλακες ή ορμούν πάνω στα κάγκελα, μέχρι που τραυματίζονται.
Ακόμη και τα πρότυπα σχολεία είναι πιθανό να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον που, όπως και οι περιφράξεις των τσιτάχ σε πρότυπους ζωολογικούς κήπους, επιτρέπουν το τρέξιμο σε μέτρια ταχύτητα, χωρίς όμως να υπάρχει αρκετός χώρος για το αναπτυσσόμενο τσιτάχ να ασκήσει τους απαραίτητους μύες και να αποκτήσει την αντοχή, ώστε να γίνει δρομέας των 113 km/h. Τα παιδιά σε κλουβιά ή περιφράξεις, ανεξαρτήτως του πόσο έξυπνα είναι, είναι απίθανο να μοιάζουν χαρισματικά. Εφόσον για πολύ καιρό δεν τους επιτρέπεται να εξασκούν το μυαλό τους, μπορεί ποτέ να μην καταφέρουν να φτάσουν στο επίπεδο της διανοητικής λειτουργίας για το οποίο προορίζονταν βιολογικά.
Ένας ζωολογικός κήπος, όσο πολύ χώρο και να εξασφαλίζει για τα τσιτάχ, δεν τα ταΐζει αντιλόπες, αναγκάζοντάς τα να τρέξουν με τη μέγιστη ταχύτητα, ώστε να μην πεινάσουν. Παρομοίως, τα σχολεία παρέχουν πολύ μικρή πρόκληση για την ανάπτυξη ενός ιδιαίτερου νου. Ακόμα και τα προγράμματα χαρισματικότητας ενδέχεται να διαθέτουν απλώς κάτι που ισοδυναμεί διανοητικά με τους λαγούς των 32 km/h. Μάλιστα, μερικές φορές χαρακτηρίζουν τα παιδιά που είναι πιθανό να κατέχουν εξαιρετική νοημοσύνη ως «μαθητές που παρουσιάζουν υποεπίδοση» (“underachievers”) ακριβώς επειδή ΔΕΝ φτάνουν στη μέγιστη ταχύτητά τους για να πιάσουν αυτούς τους λαγούς. Όταν, μάλιστα, δεν υπάρχει κανένας ειδικός προγραμματισμός, τα σχολεία προσφέρουν το διανοητικό ισοδύναμο της ξηράς τροφής, τρόφιμα που δεν απαιτούν καθόλου προσπάθεια. Μερικά παιδιά αρνούνται πλήρως να καταναλώσουν τέτοιες νεκρές τροφές, καθώς δεν είναι καθόλου ενδιαφέρουσες γι’ αυτά.
Για να αναπτυχθούν όχι μόνο η φυσική ικανότητα αλλά και η στρατηγική για τη σύλληψη της αντιλόπης στην άγρια φύση, ένα τσιτάχ πρέπει να έχει αντιλόπες να κυνηγήσει, χώρο για να τις κυνηγήσει και ένα άλλο τσιτάχ που μπορεί να του δείξει πώς γίνεται σωστά, ώστε να το μιμηθεί. Χωρίς οδηγίες και πρακτική εξάσκηση, είναι απίθανο να κατορθώσει να μάθει βασικές δεξιότητες επιβίωσης.
Σε ένα πρόσφατο ντοκιμαντέρ με θέμα κάποια τσιτάχ που ζουν σε περιοχή λιονταριών αναδείχθηκε ένα αξιοπερίεργο στοιχείο της ζωής στη φύση. Τα λιοντάρια σκοτώνουν τα μωρά των τσιτάχ. Δεν τα τρώνε, απλώς τα σκοτώνουν. Για την ακρίβεια, μολονότι τα τσιτάχ δεν μπορούν να απειλήσουν την επιβίωση των λιονταριών, φαίνεται ότι τα λιοντάρια προσπαθούν αρκετά σκληρά, ώστε να εντοπίσουν τα μωρά τσιτάχ και να τα σκοτώσουν. Πρόκειται για καθαρή κακία; Διασκέδαση; Κανείς δεν ξέρει. Ξέρουμε μόνο ότι τα λιοντάρια το κάνουν. Οι μητέρες των τσιτάχ, μάλιστα, πρέπει να καταβάλλουν ιδιαίτερα μεγάλη προσπάθεια για να προστατεύσουν τα μικρά τους: κρύβουν καλά τις φωλιές τους και πηγαινοέρχονται σε αυτές μόνο υπό πλήρη κάλυψη, μέσα στη μέση της νύχτας ή όταν τα λιοντάρια βρίσκονται πολύ μακριά. Τα χαρισματικά παιδιά και οι οικογένειές τους συχνά αισθάνονται σαν τσιτάχ σε περιοχή λιονταριών.
Σε μερικά σχολεία τα χαρισματικά παιδιά καλούνται να κάνουν πράγματα που δεν απορρέουν από τις δυνατότητές τους (όπως όταν ζητάμε από τα τσιτάχ να τρυπήσουν το δέρμα ενός γκνου με τα νύχια τους – γιατί όχι; άλλωστε, τα λιοντάρια μπορούν να το κάνουν!), ενώ, παράλληλα, τα χαρακτηριστικά που αποτελούν τη φυσική εκδήλωση της ασυνήθιστης διανοητικής τους ικανότητας, δηλαδή η ένταση, το πάθος, η υψηλή ενέργεια, η ανεξαρτησία, ο ηθικός συλλογισμός, η περιέργεια, το χιούμορ, τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και η επίμονη έμφαση στην αλήθεια και την ακρίβεια, αντιμετωπίζονται ως προβλήματα που χρήζουν παρέμβασης.
Τα ιδιαιτέρως έξυπνα παιδιά μπορεί να αισθάνονται περιτριγυρισμένα από λιοντάρια, που διασκεδάζουν μαζί τους ή τα αποφεύγουν εξαιτίας των διαφορών τους. τα οποία μπορεί ακόμη και να τους σπάσουν τα πόδια ή να τα σέρνουν, ώστε να τους επιβάλουν να επιβραδύνουν, σύμφωνα με το ρυθμό των λιονταριών. Είναι πράγματι περίεργο, λοιπόν, τα τσιτάχ να προσπαθήσουν να ξεφύγουν, να φορέσουν κοστούμι λιονταριού για να περνούν απαρατήρητα ή ακόμη και να αντεπιτεθούν, σε ένα τέτοιο πλαίσιο;
Αυτή η αναλογία, όπως και κάθε αναλογία, καταρρέει τελικά. Τα παιδιά με υψηλή χαρισματικότητα δεν διαθέτουν σωματικά γνωρίσματα και μη αναδιπλούμενα νύχια, από όπου μπορούμε να τα αναγνωρίσουμε όταν δεν εκτελούν μια εργασία. Επιπλέον, η ικανότητα του τσιτάχ να τρέχει με ταχύτητα 113 km/h είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που μπορεί εύκολα να μετρηθεί. Τα χαρισματικά παιδιά, αντιθέτως, είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους και, επομένως, δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη, κοινή σε όλα, ικανότητα, ώστε να την αναζητήσουμε για την αναγνώρισή τους. Εκτός αυτού, συχνά, τα χαρίσματα ενός παιδιού μπορεί να ξεφεύγουν από τον ακαδημαϊκό ορισμό του επιτεύγματος, με αποτέλεσμα να υποβαθμίζονται κατά τη διαδικασία αναγνώρισης. Μολονότι η διαφορετικότητά τους ενδέχεται να σώσει ορισμένα εξ αυτών από το να καταλήξουν βορά των λιονταριών, στην πραγματικότητα αποτελεί τον σημαντικότερο ανασταλτικό παράγοντα στο να αναγνωριστούν ως αυτό που είναι: παιδιά με ουσιαστικές και βαθιές διαφοροποιήσεις, αντίστοιχες με εκείνες των τσιτάχ από τα υπόλοιπα αιλουροειδή.
Ασφαλώς, η δυσκολία να τα διακρίνουμε άμεσα δε σημαίνει ότι είναι αδύνατη η αναγνώρισή τους. Απλώς απαιτείται περισσότερος χρόνος και μεγαλύτερη προσπάθεια για να γίνει αυτό. Πράγματι, οι εκπαιδευτικοί μπορούν να ενημερωθούν σχετικά με τα χαρακτηριστικά της ασυνήθιστα υψηλής νοημοσύνης και να παρακολουθούν αρκετά στενά, ώστε να τα εντοπίσουν στους μαθητές τους. Σε αυτή την περίπτωση, οι εκπαιδευτικοί θα ήταν σε θέση όχι μόνο να αναγνωρίσουν ότι τα χαρισματικά παιδιά είναι σε θέση να κάνουν πολλά πράγματα που δεν μπορούν να κάνουν τα άλλα παιδιά, αλλά και ότι υπάρχουν δραστηριότητες που τα άλλα παιδιά μπορούν να εκτελέσουν, ενώ τα χαρισματικά παιδιά δεν μπορούν.
Κάθε οργανισμός έχει την εσωτερική παρόρμηση να εκπληρώσει τον βιολογικό σχεδιασμό του. Το ίδιο ισχύει και για τα ασυνήθιστα έξυπνα παιδιά. Κατά περιόδους, τα κάγκελα πρέπει να απομακρύνονται και οι περιφράξεις να διευρύνονται. Η ξηρά τροφή, όσο κι αν αποτελεί εύκολη και οικονομική λύση, θα πρέπει, έστω και για μικρά χρονικά διαστήματα, να αντικαθίσταται με ένα πραγματικό θήραμα που αποτελεί αληθινή διανοητική πρόκληση.
Πέρα από αυτό όμως, είναι απαραίτητο τα σχολεία να κατανοήσουν ότι ο ρόλος τους είναι πολύ σημαντικός. Τα χαρισματικά παιδιά δεν έχουν μόνο τις ίδιες ανάγκες με τα άλλα παιδιά, δηλαδή την ανάγκη της προστασίας και της παροχής κατάλληλης φροντίδας, αλλά έχουν εξίσου το ΔΙΚΑΙΩΜΑ να ικανοποιούνται οι ανάγκες τους.
Η βιοποικιλότητα αποτελεί θεμελιώδη αρχή της ζωής στον πλανήτη μας, καθώς επιτρέπει την προσαρμογή στην αλλαγή. Στην κουλτούρα μας, τα παιδιά υψηλής χαρισματικότητας, όπως και τα τσιτάχ, απειλούνται. Ακριβώς όπως τα τσιτάχ, τα παιδιά αυτά βρίσκονται εδώ για κάποιο λόγο, καλύπτοντας μία συγκεκριμένη θέση στον κύκλο της ζωής. Οι ζωολογικοί κήποι, παρά τους περιορισμούς τους, μπορεί να διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στην επιβίωση των τσιτάχ. Μάλιστα, πολλοί καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να προσφέρουν στα ζώα που φιλοξενούν ό,τι θα χρειαστούν στο μέλλον για να επιβιώσουν στο φυσικό τους περιβάλλον. Τα σχολεία μπορούν να κάνουν το ίδιο και για τα παιδιά υψηλής χαρισματικότητας.
Εάν δεν δεσμευτούμε να σώσουμε αυτά τα παιδιά, θα συνεχίσουμε να χάνουμε τόσο τα ίδια όσο και το μοναδικό όφελος που θα μπορούσε να προσφέρει η ύπαρξή τους για το ανθρώπινο είδος, του οποίου αποτελούν ένα ουσιαστικό μέρος.
Πρωτότυπο κείμενο
Is It a Cheetah?
By Stephanie S. Tolan
© 1996 Stephanie S. Tolan
https://www.stephanietolan.com/is_it_a_cheetah.htm
Μετάφραση: Γιούλη Βαϊοπούλου για το abookaday.gr
Εάν σας άρεσε αυτή η ανάρτηση, ακολουθήστε μας στα social media: